Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ. ΙΑ.΄



«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» 11ο







«Αμέμπτως ποιεῖ τήν ἐλεημοσύνην ὁ μηδενί ποιῶν πρός ἐπίδειξιν».


Κάθε πιστός ὀφείλει νά τηρεῖ «ἀμέμπτως», δηλαδή, σύμφωνα μέ τήν ἐντολήν τοῦ Κυρίου, τήν ἐλεημοσύνην. Ποτέ  πρός ἐπίδειξιν, ποτέ «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις».


Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον γίνεται τό κάθε τί καί ἡ πρόθεσις ἔχουν μεγάλη σημασία. Ὁ Ὠριγένης λέγει ὅτι «ἐπιδιώκει κανείς τό δίκαιο μέ δίκαιο τρόπο, ὅταν καί αὐτό πού πράττῃ εἶναι δίκαιο, εἶναι καθῆκον καί ἐνεργεῖται μέ ἀγαθή  πρόθεσι. Ὅπως ὅταν κάποιος κατορθώνῃ νά εἶναι σώφρων, ὄχι γι’ ἄλλο λόγο, παρά γι’ αὐτήν τήν ἴδια τήν ἀρετή  τῆς σωφροσύνης, ὅπως ἀκριβῶς ἔχει γραφῆ ὅτι ἔκανε ὁ Ἰωσήφ. Ἐπιδιώκει δέ κανείς τό δίκαιο μέ ἄδικο τρόπο, ὅταν ἐπιτελῇ μέν τό καθῆκον του, ἀλλ’ ἡ πρόθεσίς του εἶναι μοχθηρή. Ὅπως  ὅταν κάποιος μοιράζῃ τά ὑπάρχοντά του στούς πτωχούς ἐπιδιώκοντας  ἔτσι τή δόξα τῶν ἀνθρώπων, πρᾶγμα τό ὁποῖον ἀπαγορεύει ὁ Κύριος» (Ὠριγ. Ἀπόσπ. ἐκ τῆς Σειρᾶς τῆς Ὀκτατεύχου, ΒΕΠΕΣ 11,224,4-11).

«Οἱ ποιοῦντες πρός τό δοξασθῆναι ὑπό τῶν ἀνθρώπων (Ματθ. στ΄ 2) ἔργον καθ’ αὐτό καθῆκον, φέρε εἰπεῖν, εἰς πένητας, δίκαιον μέν τι πεποιήκασιν, οὐ μήν ἀπό ἕξεως δικαιοσύνης, ἀλλ’ ἀπό κενοδοξίας» (Ὠριγ. Εἰς τό κατά Ἰωάν.ΚΗ΄ XIII (12) ΒΕΠΕΣ 12,270,27-30).

 Ὁ ἴδιος ὁ Ὠριγένης λέγει ὅτι «Ἐκεῖνος δέ «ἀμέμπτως» ποιεῖ ὁ μηδενί ποιῶν  πρός ἐπίδειξιν, τήν τῶν ἀνθρώπων θηρώμενος δόξαν, ἀλλά πρός τό ἕν μόνον βλέπων καί πρός αὐτό τόν σκοπόν ἰθύνων.
Ἐπάν γάρ ποιῶμεν τάς ἐντολάς, ὥστε ἐν τῷ συνειδότι ῥύπον κενοδοξίας ἤ ἀνθρωπαρεσκείας ἤ ἑτέρου τινός τοιούτου ἔχειν, κἄν δοκῶμεν ποιεῖν τήν ἐντολήν, οὐκ «ἀμέμπτως» ποιοῦμεν.  Ἔργον οὖν ἐστιν πορεύεσθαι «ἐν ταῖς ἐντολαῖς καί δικαιώμασι τοῦ Κυρίου ἀμέμπτως» κατ’ ἔπαινον ἀποδοθησόμενον ὑπό τοῦ Θεοῦ ἐν τῶ θείῳ δικαστηρίῳ» (Εἰς τό κατά Λουκᾶν Ὁμιλ. Β΄ ΒΕΠΕΣ 15, 15,10-19).


Ποιός πράγματι εἶναι ἀνθρωπάρεσκος;
Εἶναι φανερόν ὅτι ἡ ἀνθρωπαρεσκεια εἶναι βρωμερό πάθος καί ὁδηγεῖ τούς κατεχομένους ἀπό τό πάθος αὐτό πολλές φορές σέ ἀπερίγραπτες ἀδικίες καί σέ ἀποτρόπαια ἐγκλήματα, μέ τραγικό παράδειγμα, ὅπως ἔχουμε πῆ, τόν πόντιο Πιλάτο, ὁ ὁποῖος κατεδίκασε τόν Ἀθῷον, τόν ἀληθινόν Μεσσία, ἀπό κενοδοξία καί ἀνθρωπαρέσκεια, γιά νά ἀρέσῃ στούς Ἑβραίους καί νά θηρεύσῃ τόν ἔπαινόν τους. Εἶναι, λοιπόν, ἀνθρωπάρεσκος, αὐτός πού ἐνδιαφέρεται νά ἀρέσῃ στούς ἀνθρώπους καί ἀδιαφορεῖ, ἄν αὐτό πού πράττει ἀρέσει στό Θεό. Αὐτός πού προτιμᾶ νά ἀρέσῃ στούς ἀνθρώπους καλλίτερα παρά στό Θεό. Αὐτός , πού κάνει τό κάθε μέ σκοπόν νά κερδίσῃ τόν ἔπαινον τῶν ἀνθρώπων, ὁ κενόδοξος, πού κάνει τό κάθε τί μόνον πρός τό «θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις».
Ὁ Ὠριγένης λέγει ὅτι δέν εἶναι ἀνθρωπάρεσκος κάθε ἕνας πού ἀρέσῃ στούς ἀνθρώπους. Ἀκόμη καί αὐτός, πού  ἐνίοτε μέ πρόθεσι ἀρέσει στούς ἀνθρώπους καί κάνει αὐτό πού θεωρεῖ καθῆκον του, δέν θά εἶναι ἀνθρωπάρεσκος.
Συμπερασματικά ὁ Παῦλος λέγει· Μή γίνεσθε ἀφορμή προσκόμματος καί εἰς τούς Ἰουδαίους καί εἰς τούς Ἕλληνας καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ. Νά συμπεριφέρεσθε ὅπως ἐγώ, πού καθ’ ὅλα ἀρέσκω εἰς ὅλους, χωρίς νά ζητῶ τό δικό μου συμφέρον, ἀλλά ἐκεῖνο, πού συμφέρει τούς πολλούς, γιά νά σωθοῦν (Α΄Κορινθ. ι΄ 32-33). Ἀλλ’ ἐάν κανείς δέν προτίθεται τίποτε ἄλλο, παρά μόνον νά ἀρέσῃ στούς ἀνθρώπους ἤ νά ἀρέσῃ περισσότερο στούς ἀνθρώπους παρά στό Θεό· καί ἐπίσης νά ἀρέσῃ στούς ἀνθρώπους καί στό Θεό, ἐπιβάλλεται, ἁρμόζει νά ἀρέσῃ μόνον στό Θεό· ὥστε  δι’ Ἐκεῖνον  νά γίνεται καί τό ἀνθρώποις ἀρέσκειν· ὅταν ὁ λόγος ἐκλέγει, προτιμᾶ νά κάνῃ τό κάθε τί γιά νά ἀρέσῃ στούς ἀνθρώπους, ἐκεῖνος θά εἶναι ἀνθρωπάρεσκος. Πρέπει να ἐξετάσουμε τί σκοπό εἶχε καί ὄχι τί διέπραξε καί τί εἶπε, γιά νά ἀρέσῃ στό θεό καί τούς ἀνθρώπους. Νά ἐξετάσουμε τήν πρόθεσί του: νά δοῦμε  δηλ.  ἄν καταφρονῇ τό νά ἀρέσῃ στούς ἀνθρώπους καί νά διαλέγῃ τό νά ἀρέσῃ στό Θεό» (Ὠριγ. Εἰς Ψαλμ. ΝΒ΄ 6 ΒΕΠΕΣ 16, 32,16-27).
  ἀνθρωπαρέσκεια καί ἡ κενοδοξία, τά πρός τό «θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις» καταστρέφουν καί ἀφανίζουν τούς καρπούς τῆς ἐναρέτου ζωῆς, καί ὁδηγοῦν στήν ἀδικία, στήν ἐγκληματικότητα.




Πόσοι Πιλάτοι ὑπάρχουν σήμερα; Πόσοι δικαιώνουν τούς συκοφάντες καί τούς ἐκμεταλευτές, γιά κερδίσουν τόν ἔπαινον αὐτῶν τῶν διεστραμμένων, σέ βάρος τῶν ἀδικουμένων;

 Ὁ Μέγ. Ἀθανάσιος  λέγει: «ὅπως ἀκριβῶς τό σκουλίκι ἤ  σμίλαξ ( εἶδος ἀναριχητικοῦ   
Θάμνου), ἀφοῦ συνδεθῇ μέ τήν ἄμπελον,
ἀφανίζει τόν καρπόν της, ἔτσι καί τό πάθος τῆς κενοδοξίας ἀφανίζει τόν καρπόν τοῦ Χριστιανοῦ (τοῦ μοναχοῦ) ἐάν ὁ ἄνθρωπος κυριευθῇ ἀπό τό πάθος αὐτό» (Λόγος  διορατικός 4, ΒΕΠΕΣ  37, 69, 18-20).
















Θά ἀφήσουμε τό πάθος τῆς ἀνθρωπαρεσκείας,
αὐτό τό βρωμερό σκουλήκι  αὐτό φίδι νά φωλιάσῃ μέσα μας, νά αἰχμαλωτίσῃ τήν ψυχή μας καί νά τή θανατώσῃ;
Ὁ Χριστός καί μόνον Αὐτός εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας. Μόνον αὐτός ἔπαθε γιά χάρι μας. Μόνον Αὐτός, τό ὑπέρτατον Ἀγαθόν, ἔγινε γιά χάρι μας ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ. Αὐτό τό Μέγα Μυστήριον ὑπερβαίνει τήν ἀνθρώπινη νοητική ἱκανότητα, δέν τό χωράει ὁ νοῦς μας.
Αλλά εἶναι  γεγονός. Καί τό γεγονός οὐκ ἀπογίνεται, λέγει ὁ Πλάτων.
Ἄς προσέξουμε, λοιπόν, μέ τή ζωή καί τά ἔργα μας, νά ἀρέσουμε μόνον στόν Ἰησοῦ Χριστό, πού εἶναι ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ μοναδικός Σωτῆρας μας καί Σωτῆρας τοῦ Σύμπαντος κόσμου.
Ἄς προσέξουμε μέ τή ζωή καί τά ἔργα μας νά Τόν λατρεύουμε ἀληθινά καί μέ τήν καρδιά μας. Νά Τόν προσκυνοῦμεν «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Αὐτός μᾶς  καθαρίζει τήν ψυχή, μέ τό πανάγιον αἷμα Του, μᾶς τρέφει μέ τό θεῖο λόγο Του καί μέ μᾶς ποτίζει μέ τό ὕδωρ τό ζῶν.
Ἄς προσέξουμε ἀκατάπαυστα νά Τόν δοξάζουμε μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς μας, διότι Σ' Αὐτόν καί μόνον Σ'  Αὐτόν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἀγίῳ Πνεύματι, ἀνήκει ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου