Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016

ΚΑΙΡΟΣ ΤΟΥ «ΒΑΛΕΙΝ ΑΡΧΗΝ»


Πρός τούς ἀγαπητούς ἐπισκέπτες τοῦ

«newanapalmoi.blogspot.com»

Ἀγαπητά μου παιδιά,

Αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκην νά σᾶς εὐχαριστήσω, γιά τήν ἀγάπην μέ τήν ὁποίαν περιβάλλετε τούς Ἀναπαλμούς. Προσπαθῶ, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, νά δίδω ἀπαντήσεις σέ πολλά ἐρωτηματικά, πού γεννῶνται στή ψυχή μας καί μᾶς βασανίζουν καθημερινά. Πολλές φορές ὅλοι μας κάνουμε τό λάθος νά βλέπουμε καί νά κρίνουμε τά πάντα κατ’ ὄψιν καί ὄχι κατ’ οὐσίαν. Συνήθως βλέπουμε μόνον τά λάθη τῶν ἄλλων καί μέ μεγάλη εὐκολία  τούς κρίνουμε, τούς κατακρίνουμε καί τούς καταδικάζουμε καί δέν ἀναγνωρίζουμε τό μέρος τῆς εὐθύνης, πού μᾶς ἀναλογεῖ. Χάνουμε τό «μέτρον» καί λησμονοῦμε τήν σοφήν ρῆσιν τῶν πατέρων μας· «μέτρον ἄριστον».

Καθημερινά ὀφείλουμε νά κάνουμε ἕναν ἐνσυνείδητον αὐτοέλεγχον, αὐτοεξέτασιν, γιά  νά γνωρίσουμε τόν ἑαυτόν μας, νά ἀποδεχθοῦμε τά λάθη μας, νά παύσουμε νά κρίνουμε καί νά κατακρίνουμε τούς ἄλλους καί νά κάνουμε τό κάθε τί, που χρειάζεται, γιά νά θεραπεύσουμε τήν προβληματική μας συμπεριφορά. Ἔτσι θά ἀποφύγουμε τήν κατάκρισιν, σύμφωνα μέ τήν ὑπόδειξιν τοῦ Κυρίου μας, πού λέγει σέ ὅλους μας: «Μή κρίνετε, ἵνα μή κριθῆτε· ἐν ᾧ γάρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καί ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν...» (Ματθ. ζ΄ 1-6).





Ἐάν κάνουμε πραγματικά ἐνσυνείδητον αὐτοέλεγχον καί γνωρίσουμε καλά τόν ἑαυτόν μας, τότε ἀσφαλῶς θά εἴμαστε ἐπιεικεῖς πρός τούς ἄλλους καί θά βασιλεύσῃ στήν ψυχή μας ἡ Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ἡ γνήσια, ἡ ἁγνή, ἡ θυσιαστική, ἡ ἀνυπόκριτη ἀγάπη, ἡ ὁποία πάντα «μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, οὐ ζηλοῖ, οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τό Κακόν, οὐ χαίρει ἐπί τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δέ τῇ ἀληθείᾳ·  ἡ ἀγάπη πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄ Κορινθ.  ιγ΄ 4-8). Ὁ Κύριος λέγει ὅτι «Ἐντολήν καινήν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καί ἡμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» ( Ἰωάν. ιγ΄ 34-35).








Ἡ γνήσια ἀγάπη μᾶς ἑνώνει μέ τόν Θεόν καί μεταξύ μας, ὅτι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰωάν. δ΄ 16). Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι  «τῆς γνησίας ἀγάπης ἴσον οὐδέν» καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτι «ἡ γνησία ἀγάπη Θεόν ποιεῖ τόν ἄνθρωπον».




Εἶναι πασίδηλον ὅτι θά βροῦμε τίς σωστές ἀπαντήσεις στά ἐρωτηματικά μας καί τίς σωστές λύσεις στά προβλήματά μας, μόνον διά τῆς ἀγάπης.

Ὁ Θεός, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, μᾶς χαρίζει ἕναν καινούργιο χρόνο, μιά νέα εὐκαιρία περισυλλογῆς, αὐτοεξετάσεως πρός αὐτογνωσίαν, τοῦ «βαλεῖν ἀρχήν» εἰς τήν πνευματική μας ζωήν. Τό Νέον ἔτος εἶναι καιρός μετανοίας, ἐξομολογήσεως, ψυχικῆς θεραπείας. Καιρός ἐπιστροφῆς εἰς τήν πατρικήν Ἑστίαν. Εἶναι καιρός νά προσέξουμε εἰς τόν ἑαυτόν μας. Τό «Πρόσεχε σεαυτῷ» εἶναι ἴσον μέ τό δελφικόν· «γνῶθι σαυτόν». Τό  Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς προτρέπει νά ἀποφεύγουμε κάθε εἴδους φλυαρίαν καί νά κυριεύῃ τήν ψυχή μας ἡ ἀδιάλειπτος μνήμη τοῦ Θεοῦ: «Πρόσεχε σεαυτῷ, μή γένηται ρῆμα κρυπτόν ἐν τῇ καρδίᾳ σου ἀνόμημα» (Δευτερ. ιε΄ 9). Πρόσεχε στόν ἑαυτόν σου νά μή ἀφήσης νά ἐμφιλοχωρήση καμμιά πονηρή σκέψι μέσα σου. «Πρόσεχε σεαυτῶ, μή ἐπιλάθῃ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου» (Δευτερ. στ΄ 12, η΄ 11). Ὁ Ἱερός Γρηγόριος λέγει ὅτι πρέπει περισσότερο νά μνημονεύωμεν τοῦ Θεοῦ, παρά νά ἀναπνέωμεν.


      «Μνημονευτέον τοῦ Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον» (Θεολογ. Α΄ 4). Ἡ μνήμη δηλ. τοῦ Θεοῦ νά κολληθῇ στήν ἀναπνοή τοῦ ἀνθρώπου, πρᾶγμα τό ὁποῖον κατορθώνει ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἀδιάλειπτον νοεράν Προσευχήν. Καί ὁ Πανάγαθος μᾶς χαρίζει, μέ τό Νέον ἔτος, αὐτήν τήν εὐκαιρίαν «βαλεῖν ἀρχήν», ὥστε νά λυτρωθοῦμε ἀπό τά δεινά πού σωρεύει στήν ψυχή καί τή ζωή μας ἡ ἀποστασία. Ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας,  μᾶς χαρίζει αὐτήν τήν εὐκαιρίαν. Ἄς δράξουμε τῆς εὐκαιρίας «ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσι» (Ἐφεσ. ε΄ 16).

Καιρός νά ἐκφράσουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας στό Θεό γιά τό Νέον Ἔτος, πού εἶναι «δόσις ἀγαθή καί δώρημα τέλειον» καί νά βάλουμε ἀρχήν στήν πνευματική μας ζωή. «Γίνεσθε, λοιπόν, μιμηταί τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά, καί περιπατεῖτε ἐν  ἀγάπῃ, καθώς καί ὁ Χριστός ἠγάπησεν ἡμᾶς καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας» (Ἐφεσ. ε΄ 1-2).

Ὁ Μέγας Βασίλειος, στήν Ὁμιλία του εἰς τό «Πρόσεχε σεαυτῷ», μᾶς προτρέπει καί λέγει:

«Πρόσεχε σεαυτῷ· μήτε τοῖς θνητοῖς ὡς ἀϊδίοις ἐναπομείνῃς, μήτε τῶν ἀϊδίων ὡς παρερχομένων καταφρονήσῃς. Ὑπερόρα σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελοῦ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτου... Πρόσεχε  οὖν σεαυτῷ, ἵνα προσέχῃς Θεῷ, ᾧ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Ἀγαπητά μου Παιδιά,

Σᾶς εὔχομαι ὁλόψυχα «βαλεῖν ἀρχήν» κατά τό Νέον Ἔτος! Σᾶς εὔχομαι προκοπήν βίου καί πίστεως! Χαρούμενο «ἐν Χριστῷ» τό Νέον Ἔτος! Σᾶς εὔχομαι ἐπίσης νά γεννηθῇ καί μέσα στήν ψυχή σας ὀ Χριστός. Καί  αὐτά τά φτωχικά μου λόγια νά ὁδηγοῦν τά Βήματά σας κοντά στό Χριστό, πού εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή, τό Φῶς καί ἡ Εἰρήνη τοῦ κόσμου καί θερμά παρακαλῶ τόν Ἄρχοντα τῆς εἰρήνης νά διορθώνῃ τά λάθη μας, νά χαρίζῃ γαλήνη στίς ψυχές ὅλων μας καί τήν δική Του εἰρήνην σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο!
           Χρόνια πολλά μέ Ὑγεία σέ ὅλους
           καί πᾶν ἐκ Θεοῦ ἀγαθόν!

                       Μέ πατρική ἀγάπη

                            π. Στέφανος





Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Ο ΗΡΩΔΗΣ , Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ.


Ὁ σφαγεύς τῆς ἀθῳότητος
                                   
«Φωνή ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος  καί
κλαυθμός καί ὀδυρμός πολύς· Ραχήλ
 κλαίουσα τά τέκνα αὐτῆς, καί οὐκ
ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσιν».
                                         (Ματθ. β΄ 18).
    
«Ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τόν υἱόν αὐτοῦ γενόμενον ἐκ γυναικός» (Γαλάτ. δ΄ 4), τῆς Παρθένου Μαρίας καί ἐκ πνεύματος Ἁγίου (Λουκ. α΄ 34-35) ἀπό ἄπειρη ἀγάπη, γιά τά πλάσματά του. Γεννήθηκε στή Βηθλεέμ καί οἱ περισσότεροι ἀπό τούς δικούς Του δεν τόν δέχθηκαν. Δέν βρέθηκε τόπος γι’ Αὐτόν.

Γεννήθηκε μέσα σ’ ἕνα σπήλαιον καί ἀνακλίθηκε σέ μια φτωχική Φάτνη καί, τήν ἅγια ἐκείνη νύχτα τῆς γεννήσεώς Του, τόν ζέσταιναν μέ τά χνότα τους τά ἄλογα ζῶα,  ὅτι «ἔγνω βοῦς τόν κτησάμενον καί ὄνος τήν φάτνην τοῦ Κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραήλ δέ με οὐκ ἔγνω καί ὁ λαός μου οὐ συνῆκεν» (Ἡσ.  α΄ 3). Ὅμως,  ὡς ἄπειρη Ἀγάπη «ὁ Λόγος  σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν. α΄ 14).
κεῖ, στό Σπήλαιον τῆς Βηθλεέμ ἐπισκέπτονται καί τόν προσκυνοῦν τά  Ἔθνη. «Ἰδού Μάγοι, σοφοί ἀπό τά μέρη τῆς ἀνατολῆς ἦλθαν στά Ἱεροσόλυμα καί ρωτοῦσαν· Ποῦ εἶναι ὁ νεογέννητος Βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων; Διότι εἴδαμε τό ἄστρον Του νά ἀνατέλλῃ καί ἤλθαμε νά Τόν προσκυνήσωμεν» (Ματθ. β΄ 2).
    Κήρυκες θεοφόροι, κήρυκες τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος, ἔγιναν οἱ Μάγοι. Κήρυξαν καί σ’ αὐτούς ἀκόμη τούς  Ἰουδαίους καί στόν Ἡρώδη, τόν Βασιλιά τοῦ Κακοῦ, ὁ ὁποῖος, μόλις πληροφορήθηκε ὅτι οἱ Μάγοι ἦλθαν ἀπό τά μέρη τῆς ἀνατολῆς νά προσκυνήσουν τόν Νεογέννητον Βασιλέα, τόν  προεπηγγελμένον ὑπό τῶν Προφητῶν καί προσδοκώμενον Μεσσίαν, «ἐταράχθη καί πᾶσα Ἱεροσόλυμα μετ’ αὐτοῦ» (Ματθ. β΄ 3).
      Ἡ ταραχή τοῦ Κακούργου Ἰδουμαίου  ὀφείλεται  στήν Ἐγωπάθειά του καί στό γεγονός ὅτι βασιλεύει παράνομα. Ταράζεται διότι βασανίζει τό λαό τοῦ Θεοῦ, συνεργάζεται μέ τούς κατακτητάς Ρωμαίους, κυρίως διότι κινδυνεύει νά χάση τό θρόνο του, μετά τή Γέννησι τοῦ  νομίμου Βασιλιᾶ τῶν Ἰουδαίων. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός γεννᾶται ὡς ἄνθρωπος ἐξ οἴκου καί πατριάς Δαβίδ. Εἶναι ὁ νόμιμος Βασιλιᾶς, ὄχι μόνον τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά τοῦ σύμπαντος κόσμου. Εἶναι ὁ Μεσσίας,  «ἡ προσδοκία τῶν Ἐθνῶν»,  ὁ Λυτρωτής  τοῦ   Κόσμου. Νόμιζε  ὅτι ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι κοσμική. Δέν πίστευε ὅτι ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ «οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» καί σκέπτεται ἀμέσως νά τόν θανατώσῃ. Γιατί ὅμως ἐταράχθη καί πᾶσα  Ἱεροσόλυμα μετ’ αὐτοῦ;
Οἱ Ἰουδαῖοι ἔπρεπε νά χαροῦν μέ τή Γέννησι τοῦ Σωτῆρος, γιατί ταράσσονται; Ταράσσονται οἱ φίλοι καί οἱ συνεργάτες τοῦ Ἡρώδη. Ταράσσονται  ὅλοι ἐκεῖνοι, πού  εἶχαν συμβιβασθῆ μέ τόν παράνομο, μέ τόν Βασιλιᾶ τοῦ Κακοῦ. Καί αὐτό τό ἀπεχθές, τό αἰσχρό  φαινόμενον παρατηρεῖται σέ κάθε ἐποχή. Καί εἶναι πολλοί, δυστυχῶς, ἐκεῖνοι πού πουλᾶνε τήν ψυχή τους στό Διάβολο καί συνεργάζονται μέ τό ἑκάστοτε παράνομο κατεστημένο σέ βάρος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Συνεργάζονται  ὅσοι συνδέουν τά συμφέροντά τους, τή θεσούλα τους , τόν Ἑαυτούλη τους μέ τόν Ἡρώδη.
  Ὁ παράνομος Ἡρώδης, ὁ Βασιλιᾶς τοῦ Κακοῦ,  συμβολίζει: τό Σατανᾶ,  τόν Μαμωνά, τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, τόν Ἑωσφορισμό, τόν Ἐγωϊσμό, τά αἰσχρά Πάθη. Συμβολίζει τόν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου.
    Ὁ Παράνομος Ἡρώδης εἶναι τύπος  τοῦ πυρροῦ Δράκοντος, ὁ ὁποῖος ἕστηκεν ἐνώπιον τῆς περιβεβλημένης τόν ἥλιον γυναικός τῆς μελλούσης τεκεῖν, ἵνα ὅταν τέκῃ,  τό τέκνον αὐτῆς καταφάγῃ ( παραβλ. Ἀποκ. ιβ΄1-6).

Ἀφοῦ οἱ σοφοί ἀστρολόγοι τῆς Ἀνατολῆς, μέ ὁδηγό τόν Ἀστέρα, πῆγαν στή Βηθλεέμ καί προσκύνησαν τό Θεῖον Βρέφος, «χρηματισθέντες κατ’ ὄναρ μή ἀνακάμψαι πρός Ἡρώδην, δι’ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τήν χώραν αὐτῶν» (Ματθ. β΄12). Τότε ὁ Ἡρώδης, ὁ πυρρός Δράκων, ὅταν εἶδεν ὅτι τόν ἐξαπάτησαν οἱ Μάγοι, δέν τοῦ γνωστοποίησαν ποῦ βρίσκεται ὁ νεογέννητος Βασιλιᾶς, θύμωσε πολύ «καί ἀποστείλας (στρατιώτας) ἀνεῖλε πάντας τούς παῖδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω, κατά τόν χρόνον ὅν ἠκρίβωσε παρά τῶν Μάγων» (Ματθ. β΄ 16).
   Τότε ἡ Προφητεία τοῦ Ἱερεμίου ἔγινε Ἱστορία. Τότε «Φωνή ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καί κλαυθμός καί ὀδυρμός πολύς· Ραχήλ κλαίουσα τά τέκνα αὐτῆς, καί οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν» (Ματθ. β΄ 17-18). Τό Εὐαγγέλιον ἀναφέρει ὅτι 14.000  μικρά παιδιά θανατώθηκαν ἀπό τόν Ἡρώδη, στήν προσπάθειά του νά θανατώση τόν Νεογέννητον Βασιλιᾶ, τόν Χριστόν.
   Ὁ Βασιλιᾶς τοῦ Κακοῦ ἀποπειρᾶται νά ἀνατρέψῃ τήν προαιώνια Βουλή τοῦ Θεοῦ. ’Αντιστρατεύεται ὁ Ἀντίχριστος στό Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐλλοχεύει καί προσπαθεῖ ὁ πυρρός Δράκων νά καταφάγῃ τό Θεῖον Βρέφος, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ,  «ὅς μέλλει ποιμαίνειν πάντα  τά ἔθνη ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ» (Ἀποκ. ιβ΄ 4-5).
   Εἶναι βέβαιον ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά ἀνατρέψη τήν προαιώνια Βουλή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός ἔρχεται στή γῆ σάν ταπεινός ἄνθρωπος νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τό Κακόν καί τήν ἁμαρτία καί κανείς δέν μπορεῖ νά Τόν ἐμποδίσῃ στό ἔργον Του. «Ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ». Ὅσοι ἀντιστρατεύονται στό Χριστό κονιορτοποιοῦνται. Ὁ Θρίμαβος, ἡ Νίκη ἀνήκει στό Χριστό, εἰς τό Ἀρνίον καί στούς κλητούς, ἐκλεκτούς καί πιστούς Μαθητάς Του ( παρβλ. Ἀποκ. ιζ΄ 14).


Εἷναι ἱστορικῶς ἀποδεδειγμένον ὅτι ὁ Βασιλιᾶς τοῦ Κακοῦ, ὁ Ἰδουμαῖος Ἡρώδης «ζητεῖ τό
Παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό» (Ματθ. β΄13). Ἦταν ἕνας στυγνός ἐγκληματίας. Στήν προσπάθειά του θανατώνει 14.000 παιδιά μαζί καί ἕνα δικό του παιδί, πού τό εἶχε σέ παραμάνα στή Βηθλεέμ. Τιμωρήθηκε γιά τά ἐγκλήματά του. Πέθανε σκωληκόβρωτος. Διότι κατά λόγον Δικαιοσύνης «τεθνήκασι (καί θνήσκουν) οἱ ζητοῦντες τήν ψυχήν τοῦ Παιδίου» (Ματθ. β΄20).
    Ὁ Ἡρώδης εἶναι  σύμβολον τῆς Κακίας, τῆς μοχθηρίας. Εἶναι τύπος τοῦ Διαβόλου. Καί, δυστυχῶς, σέ κάθε ἐποχή ὑπάρχουν πιστά ἀντίτυπα τοῦ Ἡρώδη, τύραννοι, ἐκμεταλλευτές, αἱμοχαρεῖς, μακελάρηδες. Πολλοί  ἀπό αὐτούς γίνονται καί ἄρχοντες τοῦ κόσμου τούτου καί ὡς Ἡρῶδες σφαγιάζουν ὄχι μόνον τήν ἀθῳότητα, ἀλλά καί αἱματοκυλίζουν τήν ἀνθρωπότητα.


    Δυστυχῶς, οἱ σφαγές τῆς τρυφερῆς ἡλικίας  συνεχίζονται καί σήμερα. Πόσα παιδιά ἅρπαξαν οἱ λιποτάχτες  τώρα στόν πόλεμο τῆς Συρίας καί τά ἐκμεταλλεύθηκαν; Πόσα παιδιά ἔφεραν μαζί τους στήν Εὐρώπη οἱ παράνομοι εἰσβολεῖς; Πόσα παιδιά ξεριζώθηκαν ἀπό τήν Πατρίδα τους καί ἔφυγαν ἀσυνόδευτα καί καθ’ ὁδόν ἐξαφανίστηκαν; Πόσα παιδιά,  ἐξανδραποδίζονται καί ἐξαφανίζονται ἀπό τούς συγχρόνους Ἡρῶδες, ἀπό τίς Μαφίες ἐμπορίας παιδικῶν ὀργάνων, κάτω ἀπό τά μάτια μας, κάτω ἀπό τά μάτια τοῦ ΟΗΕ;
Τί ἔγιναν οἱ Διακηρύξεις γιά τά Δικαιώματα τοῦ Παιδιοῦ; «Ἔστι δίκης ὀφθαλμός, ὅς τά πανθ’ ὁρᾶ».  Εἶναι πλέον ἤ βέβαιον ὅτι, ἀργά ἤ γρήγορα, θά τιμωρηθῇ τό Κακόν.
 Εἶναι γεγονός ὅτι «ὁ Διάβολος, τό θηρίον, καί μετ’ αὐτοῦ ὀ ψευδοπροφήτης ὁ πυρρός Δράκων, ὁ Ἡρώδης, ὁ Ἀντίχριστος καί οἱ ἀντίχριστοι θά βληθοῦν εἰς τήν λίμνην τοῦ πυρός τήν καιομένην ἐν θείῳ» (παρβλ. Ἀποκ. ιθ΄ 20).







Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

«Ο ΛΟΓΟΣ ΣΑΡΞ ΕΓΕΝΕΤΟ ΚΑΙ ΕΣΚΗΝΩΣΕΝ ΕΝ ΗΜΙΝ»


«Εἰς τά ἴδια ἦλθε καί οἱ ἴδιοι Αὐτόν οὐ παρέλαβον».

                                                                         (Ἰωάν. α΄ 11).
   
     Φθάσαμε στόν 21ο  αἰῶνα μετά Χριστόν. Ζοῦμε στήν ἐποχή, πού χαρακτηρίζεται ὡς ἐποχή τοῦ διαστήματος (Διαστημική ἐποχή). Ὁμολογουμένως μεγάλη εἶναι ἡ  τεχνολογική πρόοδος. Διαπιστώνουμε ὅμως ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτῆς τῆς τεχνικῆς προόδου, ὁ δημιουργός τόσων μεγάλων ἐπιτευγμάτων  τῆς τεχνικῆς, εἶναι δυστυχής. Ἡ ζωή του εἶναι κενή καί ἡ ψυχή του ἄδεια.

Ἡ καρδιά του σπαρταράει κάτω ἀπό τό πέλμα τοῦ φόβου. Θλίψεις,  δάκρυα,  στεναγμοί, ὀδύνη καί πόνος, μᾶς συνοδεύουν στό κάθε μας βῆμα κι’ ὁ θάνατος πλανιέται γύρω μας. Τό μῖσος κυριεύει τίς ψυχές. Ὁ ἕνας ἄνθρωπος στέκεται ἀπέναντι στόν ἄλλον σάν ἐχθρός, σάν ὄρνεο ἁρπακτικό, μέ ἔμβλημα τήν Ἀπάτη, τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία. Θεά ἡ Ἀφροσύνη.

Οἱ περισσότεροι ἀπό ἐμᾶς εἴμαστε ἐμπαῖχτες, χλευαστές, βασανιστές, τύραννοι, δοῦλοι στήν ἀκαθαρσία, δέσμιοι τῆς γῆς, αἰχμάλωτοι τοῦ Διαβόλου.

                          «Καί τό νερό πού πίνουμε

                            καί τό ψωμί πού τρῶμε

                            εἶναι πικρό, πολύ πικρό...

                           «ἐσθίομεν ἄρτον ὀδύνης».

   Καί γεννιέται εὔλογο τό ἐρώτημα: Γιατί; Γιατί πουθενά δέν βρίσκουμε γαλήνη; Γιατί εἴμαστε τόσο δυστυχεῖς; Γιατί φωλιάζει στήν ψυχή καί τή ζωή μας τόσος φόβος, τόσος πόνος, τόση Ὀδύνη;

Ἡ ἀπάντησις εἶναι ἁπλῆ κι’  ἁγνή σάν τήν ἀλήθεια.

Ὑποφέρουμε διότι οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς, μέσα στήν ψυχή καί τή ζωή μας, δέν δεχθήκαμε τόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ, τόν Σωτῆρα καί Λυτρωτήν τοῦ κόσμου, τόν Ἰησοῦ Χριστόν καί τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μαρτυρεῖ ὅτι «εἰς τά ἴδια ἦλθε, καί οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρέλαβον» (Ἰωάν. α΄ 11). Οἱ δικοί Του, ὁ τόσο πολύ εὐεργετημένος ἀπό αὐτόν Ἰουδαϊκός λαός, δέν Τόν δέχθηκαν, Τόν ἀπέρριψαν. Ὁ Προφήτης Ἡσαῒας, ὀκτακόσια χρόνια πρίν, εἶχε προφητεύσει τήν στάσι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, ἀλλά καί ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος καί λέγει: «Κύριος ἐλάλησεν·  υἱούς ἐγέννησα καί ὕψωσα αὐτοί δέ με ἠθέτησαν. ἔγνω βοῦς τόν κτησάμενον καί ὄνος τήν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραήλ δέ με οὐκ ἔγνω καί ὁ λαός μου οὐ συνῆκεν» (Ἡσ. α΄ 2-3).

      Ὁ Θεός, μολονότι προεγνώριζε τήν ἀπόρριψι, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, πραγματοποιεῖ τήν προαιώνια Βουλή Του,  τήν ἐν Χριστῷ σωτηρίαν μας. Καί εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρός καί συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καί ἐθεασάμεθα τήν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά πατρός, πλήρης χάριτος καί ἀληθείας» (Ἰωάν. α΄ 14). Αὐτό εἶναι γεγονός. Καί τό γεγονός οὐκ ἀπογίνεται.

     Εἶναι μεμαρτυρημένον ὅτι ὁ Χριστός, ὁ ἐν σαρκί ἐληλυθώς υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ (Α΄ Ἰωάν. δ΄ 2) εἶναι ἡ ζωή μας (Κολασ. γ΄4) καί ἡ εἰρήνη μας ( Ἐφεσ. β΄ 14).  Ὅτι Αὐτός καί μόνον Αὐτός εἶναι «ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή» (Ἰωάν. ιδ΄ 6). Αὐτός καί μόνον Αὐτός εἶναι «τό Φῶς τό ἀληθινόν, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπον, πού ἔρχεται στόν κόσμο» (Ἰωάν. α΄ 9) καί ὅτι «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία· οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι  ἡμᾶς» (Πραξ. δ΄ 12). Καί εἶναι βεβαιωμένον ὅτι «πᾶς ὅς ἄν ἐπικαλέσηται τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ σωθήσεται» (Ἰωήλ γ΄ 5 . Πράξ. β΄21).

 Περισσότερα ἀπό δυό χιλιάδες χρόνια ἔχουν περάσει ἀπό τότε, πού γεννήθηκε στή Βηθλεέμ ὁ Ἰησοῦς Χριστός
καί ὄχι μόνον οἱ δικοί Του Τόν ἀπέρριψαν, ὁ λαός Του,
ἀλλά καί  ὁλόκληρος  ὁ κόσμος δέν τόν δέχθηκε σάν Κύριόν του, δέν Τόν ἀγκάλιασε σάν Σωτῆρα του. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί ἡ ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη στενάζει, βασανίζεται καί χαροπαλεύει μακριά Του.

    Οἱ περισσότεροι, σάν βρωμερά σκουλήκια,

    σερνόμαστε στό βοῦρκο, στή λάσπη

    καί λατρεύουμε τό Βόρβορο.

    Πετρώσαν’ οἱ καρδιές κι’ εἶναι κλειστές,

    ὁλόκλειστες οἱ θύρες στό Χριστό.

    Ἐπλήθυνεν ἡ ἀνομία καί ἐψύγη ἡ ἀγάπη

     τῶν πολλῶν (Ματθ. κδ΄ 12).

     Θριαμβεύει ἡ ἀνθρώπινη μωρία.

     Κατάκοιτοι στή χώρα καί τή σκιά τοῦ θανάτου

     ἀγάπησαν τό σκοτάδι, δέν ἀντέχουν τό Φως.

     Τό συνήθισαν καί δέν γυρίζουν πίσω.

    Ὅσον ἠχηρή κι’ ἄν εἶναι τῶν ἀγγέλων ἡ φωνή

     κρύβονται οἱ ὀχιές στή σκοτεινή φωλιά τους.

     Δέν θέλουν νά ἀκούσουν τήν γλυκύλαλον λαλιάν

     Τοῦ Λόγου, τήν γλυκύφθογγον φωνήν τῆς τρισηλίου

     Θεότητος. Τούς τρέφει τό σκοτάδι. Τί κρῖμα!...

     Σύρονται πίσ’ ἀπό τό ἅρμα τῆς Βαβυλῶνος τῆς       

     μεγάλης, τῆς μητέρας τῶν πορνῶν καί τῶν

     βδελυγμάτων τῆς γῆς καί μεθύουν ἐκ τοῦ αἵματος

     τῶν ἁγίων καί ἐκ τοῦ αἵματος τῶν μαρτύρων Ἰησοῦ

     (Ἀποκ. ιζ΄ 5-6). Τρέχουν πίσω ἀπό τό θηρίον τό κόκκινον,

      τό γέμον ὀνόματα βλασφημίας καί ὁ λ ο τ α χ ῶς 

      ὁδεύουν πρός τήν ἄβυσσον τῆς αἰώνιας Ὀδύνης.

      Ὁ Χριστός «εἰς τά ἴδια ἦλθεν καί οἱ ἴδιοι αὐτόν

       Οὐ παρέλαβον».

     «Τό Φῶς ἐλήλυθεν εἰς τόν κόσμον, καί ἠγάπησαν

       οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τό σκότος ἤ τό φῶς· ἦν γάρ

       πονηρά αὐτῶν τά ἔργα (Ἰωάν. γ΄ 19).                

       Πᾶς γάρ ὁ  φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς καί οὐκ

         ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα

         αὐτοῦ» (Ἰωάν. γ΄ 20).

        Παρ’ ὅλες τίς πληγές, πού σωρεύει στή ζωή μας ἡ

        ἁμαρτία, παρ’ ὅλες τίς προσκλήσεις τῆς θεϊκῆς ἀγάπης, 

  δέν μετανοοῦμε ἐκ τῶν ἔργων τῶν  χειρῶν          ἡμῶν.  Συνεχίζουμε νά προσκυνοῦμε τά δαιμόνια  καί τά
εἴδωλα τά χρυσᾶ καί τά ἀργυρά καί  τά χαλκᾶ καί τά λίθινα   καί τά ξύλινα,  ἅ οὔτε βλέπειν  δύναται οὔτε  ἀκούειν   οὔτε περιπατεῖν.                                                                                                                                                                                                                                                                              χειρῶν
Δέν μετανοοῦμε, συνεχίζουμε

νά διαπράττουμε φόνους, φαρμακεῖες, πορνεῖες,
κλεψιές καί ἀμέτρητες ληστεῖες» (Πρβλ. Ἀποκ. θ΄ 20-21).

          

          Ὁ Θεός ὅμως εἶναι ἄπειρη ἀγάπη, ἄπειρον ἔλεος.

         «Πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς

           ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμόθ. β΄  4).

           Καί ἐνῶ ὡς Παντοδύναμος μπορεῖ νά μᾶς     

            ἐξαναγκάσῃ, σέβεται τήν ἐλευθερία μας καί

           «οὐ βιάζεται δέ τινα διά τό αὐτεξούσιον».

            Ὁ Κύριος ἔρχεται καί μᾶς καλεῖ κοντά Του.

           Ἔρχεται καί ἵσταται ἐπί τήν θύραν καί κρούει.

             Κρούει καί ὑπομένει, ὑπομένει καί περιμένει

             νά ἀκούσουμε τή φωνή Του, νά γεννηθῇ καί

             μέσα στήν ψυχή μας ὁ Κύριος, γιατί, ὅπως

             λέγει ὁ ποιητής:

            «Χίλιες φορές κι’ ἄν γεννήθηκε στή Βηθλεέμ

              ὁ Χριστός, μέσα σου ἄν δέν γεννήθηκε, εἶσαι

              γιά πάντα χαμένος».

    Εἶναι καιρός νά καταλάβουμε ὅλοι, οἱ ταλαίπωροι θνητοί, ὅτι κανείς, ἀπολύτως κανείς, δέν μπορεῖ νά ἀποτρέψῃ τήν προαιώνια Βουλή τοῦ Θεοῦ. Θέλει νά μᾶς σώσῃ καί θά μᾶς σώσῃ. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο σαρκώθηκε ἡ Ἀγάπη καί στό σπήλαιον τῆς Βηθλεέμ ἀντάλλαξε ἀσπασμό μέ τήν Ταπεινωσύνη. Ἡ νίκη ἀνήκει στό Χριστό, ὁ Ὁποῖος «ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. στ΄ 2). «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τόν σπόρον αὐτοῦ» (Λουκ. η΄ 5) στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Πολλοί δέν Τόν δέχθηκαν, Τόν ἀπέρριψαν. Οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρέλαβον. Ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν,
ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τό ὄνομα αὐτοῦ» (Ἰωάν. α΄ 12). Ποιός μπορεῖ νά περιγράψῃ τή χαρά καί τό μεγαλεῖον τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ;

Πότε ἐπιτέλους θά καταλάβουν οἱ ἄνθρωποι τή θεϊκή συγκατάβασι καί θά φέρουν τά βήματά τους στή Βηθλεέμ νά γονατίσουν καί νά προσκυνήσουν τό Θεῖον Βρέφος, καί ὡς οἱ Μάγοι, νά μήν ἐπιστρέψουν στόν Ἡρώδη, ἀλλά δι’ ἄλλης ὁδοῦ νά ἐπιστρέψουν εἰς τήν χώραν αὐτῶν; Πότε θά καταλάβουμε ὅτι ἡ ἄλλη Ὁδός εἶν’ ὁ Χριστός, ἡ καθ’ ὑπερβολήν Ὁδός, ὅπως διαγράφεται εἰς τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του; Εἶναι ἡ Ὁδός τῆς γνήσιας, τῆς ἁγνῆς, τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης. Αὐτήν τήν ὁδόν τῆς Ζωῆς μᾶς ἀναγγέλλουν οἱ Ἄγγελοι μέ βροντερή φωνή, εὐαγγελιζόμενοι ἡμῖν χαράν μεγάλην. Εὐαγγελίζονται σέ μᾶς ὅτι «ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστός Κύριος, ἐν πόλει Δαυῒδ» (Λουκ. β΄ 10-11), καί μᾶς καλοῦν «νά διέλθωμεν ἕως Βηθλεέμ νά ἴδωμεν τό ῥῆμα τοῦτο τό γεγονός, ὅ ὁ Κύριος ἐγνώρισεν ἡμῖν» (Λουκ. β΄ 15).

    Ἐκεῖ στή Βηθλεέμ θά ἀκούσουμε τή Φωνή τοῦ Κυρίου, ὡς βροντήν, φωνήν μεγάλην ὡς σάλπιγγος, ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν (πρβλ. Ἀποκ. α΄10,15. στ΄ 1. ιδ΄ 2) νά μᾶς διδάσκῃ τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του, μέ τήν ἄκρα ταπείνωσίν Του.

    Ἐκεῖ στή Βηθλεέμ  μᾶς διδάσκει, μέ τήν ἄφατον κένωσίν Του, μέ τήν ἐνανθρώπησίν Του, τόν λόγον Του, τόν λόγον τῆς Ἀγάπης Του, πού εἶναι ζωντανός  καί ζωοποιός. Καί πραγματικά εἶναι «ζῶν ὁ λόγος Θεοῦ  καί ἐνεργής καί τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καί διικνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καί πνεύματος, ἁρμῶν τε καί μυελῶν, καί κριτικός ἐνθυμήσεων καί ἐννοιῶν καρδίας» (Ἑβρ. δ΄ 12).

Ὁ λόγος Του ἀνασταίνει νεκρούς. Ὅποιος ἀκούει τό Λόγο Τοῦ Χριστοῦ γίνεται μέτοχος τῆς πρώτης ἀναστάσεως καί δέν φοβεῖται τόν δεύτερον, τόν πνευματικόν θάνατον. Καί γι’ αὐτό τό λόγο γεννήθηκε στή Βηθλεέμ ὁ Χριστός καί συναναστράφηκε τούς ἀνθρώπους, γιά νά μᾶς  ἀναστήσῃ καί νά μᾶς ἐπανεισάγῃ εἰς τόν Παράδεισο.

   Εἶναι καιρός νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἀνάγκην νά ἀλλάξουμε τρόπον ζωῆς. Ὁ Προφήτης Δαβίδ μᾶς ἐρωτᾶ:

«Υἱοί ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι; Ἱνατί ἀγαπᾶτε ματαιότητα και ζητεῖτε ψεῦδος;» ( Ψαλμ. δ΄ 3).

  Καί ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύει τό  λόγο τοῦ Δαβίδ καί λέγει:

«Υἱοί ἀνθρώπων, ἕως πότε παχυκάρδιοι, τῇ γῇ προσηλωμένοι, κακίαν διώκοντες, πονηρίαν μετιόντες, ταῖς ἡδυπαθείαις κατασηπώμενοι;». Ἕως πότε;

Ὁ Κύριος γεννιέται στή Βηθλεέμ, ἔρχεται κοντά μας, κρούει τήν θύραν, καί, μέ πικρία, ἐρωτᾶ: «Ὦ γενεά ἄπιστος καί διεστραμμένη! Ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν; Ἕως πότε  ἀνέξομαι ὑμῶν;» (Ματθ. ιζ΄ 17). Καί ὡς ἄπειρη ἀγάπη, γεννιέται στή φτωχική Φάτνη τῆς Βηθλεέμ καί  μᾶς καλεῖ, ἐγκαίρως, νά ἐξέλθωμεν ἀπό τήν Βαβυλῶνα:

«Ἔξελθε ἐξ αὐτῆς ὁ λαός μου, ἵνα μή συγκοινωνήσητε ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῆς, καί ἵνα ἐκ τῶν πληγῶν αὐτῆς μή λάβητε» (Ἀποκ. ιη΄ 4).

   Εἶναι καιρός νά περάσουμε ἀπό τή Βηθλεέμ. Ἐκεῖ θά διαπιστώσουμε ὅτι ὁ Κύριος, μέ τή θεϊκή Του συγκατάβασι, ἄνοιξε τίς Πύλες τοῦ Οὐρανοῦ. Ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά γίνουμε ἐμεῖς θεοί.



Ὅλα μᾶς ὁδηγοῦν στή Βηθλεέμ. Οἱ Ἄγγελοι, οἱ Ποιμένες, τό Ἀστέρι, οἱ Μάγοι μᾶς ὁδηγοῦν στό Σπήλαιο καί μᾶς καλοῦν νά προσκυνήσουμε τό Θεῖον Βρέφος καί, μέ τή Χάρι Του, νά ἀλλάξουμε τρόπο ζωῆς. Νά μάθουμε πώς «τόσο ἁπλᾶ ἡ Ἀγάπη κατοικεῖ καί πώς μιά Φάτνη ταπεινή διαλέγει γιά νά γείρη», ὥστε νά ἀπεκδυθοῦμε τόν παλαιόν ἄνθρωπον καί νά ἐνδυθοῦμε τόν Νέον, τόν καινόν ἄνθρωπον, τόν Χριστόν. Κι’ ἄν πήραμε τή ζωή μας λάθος, ν’ ἀλλάξουμε ζωή. Ποτέ δέν εἶν’ ἀργά.

   Εἶναι καιρός  ν’ ἀκολουθήσωμε τόν ἀστέρα, πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀστείρευτη Πηγή τῆς Ἀγάπης, νά προσκυνήσουμε τό Θεῖον Βρέφος καί νά ἐναποθέσουμε στά πόδια Του τίς ἁμαρτίες μας καί ὁ καθένας μας νά βγῇ ἀπό τό Σπήλαιον καινή κτίσις.

      «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός·

        ἀκολουθήσωμεν λοιπόν, ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ,

        μετά τῶν Μάγων Ἀνατολῆς τῶν Βασιλέων.

        Ἄγγελοι ὑμνοῦσιν, ἀκαταπαύστως ἐκεῖ.

        Ποιμένες ἀγραυλοῦσιν, ᾠδήν ἐπάξιον,

        Δόξα ἐν ὑψίστοις λέγοντες, τῷ σήμερον

        ἐν Σπηλαίῳ τεχθέντι, ἐκ τῆς Παρθένου,

        καί Θεοτόκου, ἐν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας».







Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2016

«ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ ΕΘΝΩΝ».


Ἐπαγγελίες καί Προφητεῖες γιά τήν Ἔλευσι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ



«Τό Πρωτευαγγέλιον».

   ξουθενωμένος ἀπό τήν πτῶσι, χωρισμένος ἀπό τό Θεό, μέ ἀχρειωμένο τό «κατ’ εἰκόνα» καί βεβαρημένος μέ τή ῥοπή πρός τό Κακόν (Concupiscentia), δέχεται ὁ ἄνθρωπος, βάλσαμο παρηγοριᾶς, τήν ὑπόσχεσι τῆς ἄπειρης ἀγάπης.




    μέσως μετά τήν πτῶσι, προαναγγέλλει ὁ Φιλάνθρωπος Θεός ὅτι ὁ υἱός τῆς γυναικός θά ἔλθῃ καί θά συντρίψῃ ὁλοσχερῶς τό Σατανᾶ, τόν αἰσθητό Ὄφι, νά ἐξαφανίσῃ μέσα ἀπό τήν ψυχή καί τή ζωή μας τό Κακόν καί νά βασιλεύσῃ ἡ Ἀγάπη.

   Θά ἔλθῃ  νά σπογγίσῃ τά δάκρυά μας, νά θεραπεύσῃ τά τραύματά  μας,  νά ἁπαλύνῃ τόν πόνο μας, νά πάρῃ μέσα ἀπό τήν ψυχή μας  τή θλῖψι καί νά μᾶς χαρίσῃ τή λύτρωσι. Ἡ ὑπόσχεσις αὐτή τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀρχαιοτάτη μαρτυρία περί τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία καί δίκαια ὠνομάσθηκε «Πρωτευαγγέλιον»:

        «Εἶπε δέ τότε Κύριος ὁ Θεός στόν Ὄφι:... Θά θέσω ἄσβηστη  ἐχθρότητα ἀνάμεσα σέ σένα  καί τή γυναῖκα, ἀνάμεσα στούς ἀπογόνους σου καί στούς ἀπογόνους της· ἕνας ἀπόγονος τῆς γυναικός, ὁ κατεξοχήν ἀπόγονός της, θά σοῦ συντρίψῃ τήν κεφαλήν καί σύ θά τοῦ συντρίψῃς τήν πτέρναν» (Γενέσ. γ΄ 15).

     

Ἀνανέωσις τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ στόν Ἀβραάμ.

    Εἴκοσι περίπου αἰῶνες π. Χ. ὁ Πολυεύσπλαγχνος ἀνανεώνει τήν ὑπόσχεσί Του στόν Ἀβραάμ:

    «Καί ἐνευλογηθήσονται ἐν τῷ σπέρματί σου πάντα τά ἔθνη τῆς γῆς, ἀνθ’ ὧν ὑπήκουσας τῆς ἐμῆς φωνῆς» (Γενέσ. κβ΄ 18). Δηλ.: Ἐπειδή τόσο πρόθυμα καί τέλεια  ὑπάκουσες

στήν Ἐντολή μου, σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι μέ ἕνα ἀπό τούς ἀπογόνους σου, τόν Χριστόν, θά εὐλογηθοῦν ὅλα τά ἔθνη τῆς γῆς.

     ταν λίγο ἀργότερα ὁ πατριάρχης Ἰακώβ εὐλογεῖ τόν Ἰούδα, προφητεύει ὅτι ἀπό τή φυλή του θά προέλθῃ ὁ Μεσσίας, ὁ Χριστός:

«Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καί ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἄν ἔλθῃ τά ἀποκείμενα αὐτῷ, καί αὐτός προσδοκία ἐθνῶν» (Γενέσ. μθ΄ 10).  Δηλαδή: Δέν θά ἐκλείψῃ ἄρχοντας ἀπό τή φυλή τοῦ Ἰούδα καί ἀρχηγός ἀπό τή γενιά του μέχρις ὅτου ἔλθει Ἐκεῖνος, ὁ ἄρχοντας δηλ. στόν ὁποῖον ἔχει ἐπιφυλαχθῆ τό σκῆπτρο, ἡ ἡγεμονία. Μέχρις ὅτου ἐκπληρωθοῦν τά ἀποτεταμιευμένα δι’ Αὐτόν.  Αὐτός δέ  εἶναι ἡ ἀναμονή, ἡ ἐλπίδα, ἡ λαχτάρα τῶν ἐθνῶν, ὁ Μεσσίας, ὁ λυτρωτής τοῦ κόσμου.

 Σχετικά δέ μέ τήν προσδοκία τῶν ἐθνῶν, ἐνδεικτικά ἀναφέρω ἐδῶ τήν προφητεία τοῦ Σωκράτους. Ὁ ἀνδρῶν ἁπάντων σοφώτατος Σωκράτης  στήν ἀπολογία του λέγει: Ὁ Θεός μέ ἔχει προσκολλήσει στήν Πόλι διά νά σᾶς ἀφυπνίζω ἀπό τήν νάρκην καί νά σας νουθετῶ καί νά σᾶς ἐπιπλήττω ἕνα ἕκαστον ἀδιαλείπτως καθ’ ὅλην τήν ἡμέραν κολλῶν ἐπάνω σας πανταχοῦ. Γι’αὐτό εὔκολα θά μέ καταδικάσετε σέ θάνατο. Εἶτα τόν λοιπόν βίον καθεύδοντες διατελοῖτ’ ἄν, εἰ μή τινα  ἄλλον ὁ Θεός ὑμῖν ἐπιπέμψειε κηδόμενος ὑμῶν». Δηλαδή: ἔπειτα δέ κατά τόν ὑπόλοιπον βίον θά διατελεῖτε ἐν ἡσυχίᾳ κοιμώμενοι, ἐκτός ἐάν ἴσως ὁ Θεός ἔστελνε εἰς σᾶς ἄλλον τινά μετά τόν θάνατόν μου  φροντίζων διά σᾶς  (Πλάτωνος, Ἀπολογία Σωκράτους XVIII, Ε΄ ). Κι’ αὐτός ὁ Θεός δέν ἦταν ἄλλος ἀπό τόν Ἰησοῦν Χριστόν, γιά τόν ὁποῖον ὁ Πλάτων προφήτεψε (Πλάτωνος Πολιτεία Β΄,IV-V 361C-361D). Τό μέρος αὐτό τοῦ διαλόγου του Πλάτωνος, πολύ νωρίς οἱ Ἀπολογητές καί οἱ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας τό χαρακτήρισαν σάν Προφητεία γιά τό Χριστό (Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς, Εὐσέβιος Καισαρείας, Θεοδώρητος Κύρου), παράλληλα μέ ὅσα εἶπαν γι’ Αὐτόν οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὁ Πλάτων ἐπίσης παριστᾶ τόν Σωκράτην νά διαλέγεται μέ τόν Ἀλκιβιάδη περί τοῦ ἐρχομένου  παιδαγωγοῦ



καί λέγει ὅτι «Ἀναγκαῖον οὖν ἐστι περιμένειν, ἕως ἄν τις μάθῃ, ὥς δεῖ πρός θεούς καί ἀνθρώπους διακεῖσθαι». Καί ὁ Ἀλκιβιάδης ἐρωτᾶ: Πότε θά ἔλθῃ ὁ καιρός αὐτός, Σωκράτη, καί ποῖος θά μέ διδάξῃ; Διότι μέ πολλήν εὐχαρίστησιν θά ἔβλεπα αὐτόν τόν ἄνθρωπον ποῖος εἶναι». Καί ὁ Σωκράτης τοῦ λέγει: Εἶναι αὐτός πού φροντίζει γιά σένα. «Θεοῖς δέ πάντα τά νομιζόμενα δώσομεν, ὅταν  ἐκείνην τήν ἡμέραν ἐλθοῦσαν ἴδω. Ἥξει δ’ οὐ διά μακρῶν τούτων θελόντων» Δέν θά ἀργήσῃ ὁ Ἐρχόμενος παιδαγωγός ( παρβλ. Πλάτωνος  Ἀλκιβιάδης Β΄ XIII- XIV).

    Περί τά μέσα τοῦ 15ου π. Χ. αἰῶνος, κατά τήν ἐπιστροφή τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τήν Αἴγυπτο, ὁμιλεῖ ὁ Βαλαάμ, ὁ υἱός τοῦ Βεώρ. Ὁμιλεῖ ὁ ἄνθρωπος, πού πράγματι βλέπει τό μέλλον καί λέγει: «Βλέπω τόν Μεσσίαν καί Τόν ἀναγγέλλω. Δέν θά ἔλθῃ ὅμως τώρα. Τόν μακαρίζω, ἀλλά δέν εἶναι πλησίον. Βραδύτερον θά ἀνατείλῃ ἄστρον ἀπό τούς ἀπογόνους τοῦ Ἰακώβ, θά ἀναδειχθῇ δηλαδή ἄνθρωπος  ἀπό τόν Ἰσραηλιτικόν λαόν, πού θά συντρίψῃ τούς ἀρχηγούς τῶν Μωαβητῶν καί θά λαφυραγωγήσῃ ὅλους τούς ἀπογόνους τοῦ Σήθ» (Ἀριθμ. κδ΄ 17).Ποῖον εἶναι τό ἄστρον; Οἱ Ἑβραῖοι καί οἱ Χριστιανοί ἀπαντοῦν ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας.

   Τήν ἴδια ἐποχή, τά μέσα δηλ. τοῦ 15ου αἰῶνος πρό Χριστοῦ, ὁ Μωϋσῆς, μιλῶντας στούς Ἰσραηλίτες, προφητεύει τήν ἔλευσι τοῦ Μεσσία καί λέγει:

     «Προφήτην ἐκ τῶν ἀδελφῶν σου ὡς ἐμέ ἀναστήσει σοι Κύριος ὁ Θεός σου, αὐτοῦ ἀκούσεσθε... Καί εἶπε  ὁ Κύριος σέ μένα: Ὀρθά εἶναι ὅλα ὅσα ἐκεῖνοι ζήτησαν ἀπό Σένα. Γι’ αὐτό θά ἀναδείξω σ’ αὐτούς ἕναν προφήτην ἀπό τούς ἀδελφούς τους, ὅμοιον μέ σένα, θά βάλω στό στόμα του τά λόγια μου, κι’ αὐτός θά τούς ἀναγγέλῃ κάθε τί, πού ἐγώ θά τοῦ πῶ. Ὅ,τι λέγει πρός αὐτούς  θἆναι ὅ,τι ἐγώ ἐντέλλομαι. Θἆναι οἱ Ἐντολές, πού ἐγώ τοῦ δίδω» (Δευτερ.  ιη΄ 15, 17-18).

     Ὁ Προφήτης Δαβίδ ἀναγγέλλει τήν κατά σάρκα γέννησι τοῦ προαιωνίου Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, σάν κυριάρχου τῶν Ἐθνῶν καί λέγει:

     «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου... ἐγώ ὁ Θεός καί Πατέρας λέγει στό Μεσσία· ἐγώ σέ ἐγέννησα ἀπό τούς κόλπους μου καί ἀπό τήν ἴδια τήν οὐσία μου πρό πάντων τῶν αἰώνων,  πρό τοῦ αὐγερινοῦ καί τῶν ἄστρων,  ἐγώ εὐδόκησα νά γεννηθῇς καί ἐκ γαστρός σάν ἄνθρωπος καί ἡ Βουλή μου αὐτή εἶναι προαιώνια, προηγεῖται δηλαδή τῆς δημιουργίας τοῦ Ἡλίου καί τῶν ἄστρων (Ψαλμ. 109,3).

   Καί ἀφοῦ προφητεύει τήν κατά σάρκα γέννησι τοῦ Χριστοῦ ὁ Δαβίδ μιλάει γιά τήν αἰώνια Ἱερωσύνη Του, πού θά εἶναι κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ:

   «Ὁ Κύριος ὡρκίσθηκε, μέ τήν ἔλευσι τοῦ Μεσσία, νά λυτρώσῃ τό ἀνθρώπινο γένος καί δέν πρόκειται νά ἀλλάξῃ γνώμη. Σύ, ὁ Μεσσίας, εἶσαι ἱερεύς εἰς τόν αἰῶνα, αἰώνιος κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ» (Ψαλμ. 109, 4).

    Στόν 71ο Ψαλμό ὁ Δαβίδ μιλάει γιά τό Μεσσία, πού σάν ἰσχυρός  Βασιλιᾶς θά κρίνῃ δικαίους καί ἀδίκους καί προφητεύει τήν προσκύνησι τοῦ Κυρίου ἀπό τούς Μάγους:

    «Θά κρίνῃ τούς πτωχούς τοῦ Λαοῦ δίκαια καί ἀπροσωπόληπτα, θά σώσῃ ἀπό τήν ἀδικία καί τήν ἀθλιότητα τά παιδιά τῶν καταφρονεμένων καί θά ταπεινώσῃ τούς ψευδολόγους καί τούς συκοφάντες... Καί θά προσκυνήσουν Αὐτόν (τόν Μεσσίαν) ὅλοι οἱ Βασιλεῖς τῆς γῆς καί ὅλα τά ἔθνη θά ὑποδουλωθοῦν σ’Αὐτόν» (Ψαλμ. 71,4, 11).

Προφητικές φωνές.

  κτακόσια χρόνια πρίν ἀπό τόν Ἐρχομό τοῦ Κυρίου, ὁ
μεγαλύτερος ἀπό τούς Προφήτας, ὁ Εὐαγγελιστής- Προφήτης Ἡσαῒας  προαναγγέλλει τήν Γέννησι τοῦ Μεσσία ἀπό τήν ἁγνή καί ἄσπιλη Παρθένο:


           «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει, καί τέξεται υἱόν,       
             και    καλέσεις ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ».
Δηλαδή: «Ἰδού ἡ Παρθένος θά συλλάβῃ μέ ὑπερφυσικό τρόπο καί θά γεννήσῃ υἱόν καί θά καλέσῃς τό ὄνομά Του Ἐμμανουήλ, πού σημαίνει ὁ Θεός εἶναι μαζί μας» (Ἡσ. ζ΄  14).

      Τόν Μεσσία, πού θά γεννηθῇ μέ αὐτόν τόν θαυμαστόν, τόν ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν, τρόπον, τόν περιμένει ὀ προφήτης ἀπό τό Δαυϊτικό γένος:

   «Ἀπό τή ρίζα τοῦ Ἰεσσαί θά φυτρώσῃ κλωνάρι, καί ἄνθος ἀπό τή ρίζα αὐτή θά ἀναβλαστήσῃ. Στόν εὐλογημένον αυτόν ἀπόγονο τοῦ Ἰεσσαί θά ἀναπαυθῇ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πού θά εἶναι πνεῦμα σοφίας καί συνέσεως, πνεῦμα βουλῆς (θελήσεως) καί ἰσχύος (δυνάμεως), πνεῦμα γνώσεως καί εὐσεβείας·  ἐμπλήσει αὐτόν πνεῦμα φόβου Θεοῦ (Ἡσ. ια΄ 1-3). Θά τόν γεμίσῃ ὁ Θεός πνεῦμα φόβου Θεοῦ. Ὁ φόβος Θεοῦ εἶναι ἡ βάσις ὅλων τῶν θείων χαρισμάτων.

    Ὁ Ἡσαΐας περιγράφει τά χαρίσματα τοῦ Μεσσία καί τόν ἀποκαλεῖ: «Φῶς μέγα» (Ἡσ. θ΄ 2), «μεγάλης Βουλῆς ἄγγελον, Θεόν ἰσχυρόν, ἐξουσιαστήν, ἄρχοντα εἰρήνης, πατέρα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» (Ἡσ. θ΄ 6). Στή συνέχεια ὁ προφήτης διαγράφει τό ἔργο, πού πρόκειται νά ἐπιτελέσῃ ὁ Μεσσίας, πού ἀλλάζει τή ῥοή τῆς Παγκοσμίου Ἱστορίας καί χαρίζει τήν εἰρήνη καί  τήν συνδιαλλαγή σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο καί ἡ εἰρήνη Του δέν θά ἔχῃ τέλος:

   «Σύ ὁ λαός πού βρίσκεσαι στό πνευματικό σκοτάδι, θά δῆτε τό μέγα Φῶς, τό Μεσσία. Καί σεῖς ,πού κατοικεῖτε στή Χώρα καί τή σκιά τοῦ θανάτου, θά λάμψῃ σέ  σᾶς μέγα φῶς...». Γιά τόν Προφήτη εἶναι γεγονός τετελεσμένον ἡ Γέννησις τοῦ Μεσσία. Γι’ αὐτό καί λέγει: «ὅτι Παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, υἱός καί ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχή ἐγενήθη ἐπί τοῦ ὤμου αὐτοῦ, καί καλεῖται τό ὄνομα αὐτοῦ...» (Ἡσ. θ΄ 2-7).

  Ὁ Δανιήλ καθορίζει τό χρόνο τῆς Γεννήσεως τοῦ Μεσσία καί λέγει: «Πρόσεξε στά λόγια μου, γιά νά νοιώσῃς μέ σύνεσι αὐτά πού εἶδες καί ἄκουσες στήν ὀπτασία. Σέ ἑβδομήντα ἑβδομάδες ἐτῶν περιωρίσθηκαν οἱ συμφορές κι’ οἱ θλίψεις τοῦ λαοῦ σου καί τῆς ἁγίας σου πόλεως Ἱερουσαλήμ, γιά τό τέλος τῶν ἁμαρτιῶν σας, τή σφράγισι δηλ. τήν ἐξάλειψι κάθε ἁμαρτίας καί γιά τόν ἐξιλασμό τῆς ἀνθρωπίνης ἀδικίας καί τήν ἀποκατάστασι τῆς  αἰωνίου δικαιοσύνης. Τότε θά σφραγισθῇ κάθε χριστολογική προφητεία καί κάθε χριστολογικός προφήτης, γιατί θά χρισθῇ ὁ ἁγιώτατος ὅλων Προφήτης...» (Δανιήλ θ΄ 24 ἑξ.).

     Ὁ Προφήτης Μιχαίας προσδιορίζει τόν τόπον Γεννήσεως τοῦ Μεσσία:

    «Καί σύ, Βηθλεέμ, ἡ παλιά πόλις τοῦ Ἐφραθᾶ εἶσαι ποσοτικά πολύ μικρή, δέν ἔχεις οὔτε χίλιες οἰκογένειες στόν ἰουδαϊκό λαό. Καί ὅμως ποιοτικά εἶσαι μεγάλη, γιατί ἀπό σένα θά ἐξέλθῃ ἄνδρας γιά τή δόξα σου, πού θά γίνῃ Ἄρχων τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, καί αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ’ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος. (Ἡ ἔκφρασις αὐτή ἀναφέρεται εἰς τήν  προαιώνιον γέννησιν του Μεσσίου ὡς Θεοῦ)» (Μιχ. ε΄1).

   Ὁ Βαρούχ (γ΄ 38) προφητεύει κι’ αὐτός τή σάρκωσι τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀναστροφή Του  ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους καί λέγει: «Ἐπί τῆς γῆς ὤφθη καί τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη».

    «Τό χρόνοις σεσιγημένον μυστήριον (Ρωμ.ιδ΄24) «τό μυστήριον τό ἀποκεκρυμμένον ἀπό τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ» (Ἐφεσ. γ΄ 9) ἀποκαλύπτεται. Ὁ Πανάγαθος Θεός πραγματοποιεῖ τήν προαιώνια Βουλή Του, γιά τή σωτηρία μας. Ὑποσχέθηκε καί πραγματοποιεῖ τίς ὑποσχέσεις Του, «πιστός γάρ ὁ ἐπαγγειλάμενος» (Ἑβρ. ι΄ 23 ι΄  11). Οἱ Προφητεῖες γίνονται Ἱστορία. Ὁ Μεσσίας γεννᾶται ἐν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας. Ὅλα μᾶς ὁδηγοῦν στή Βηθλεέμ, στήν ἀστείρευτη Πηγή τῆς Ἀγάπης. Ἐκεῖ, στή Βηθλεέμ, ἀντάλλαξε ἀσπασμό ἡ Ἀγάπη μέ τήν Ταπεινωσύνη

Καί  ὅποιος πράγματι ἔχει νοῦ καί γνῶσι
τήν  ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στήν καρδιά του
θά νοιώσῃ.
Ποῦ μᾶς ὁδηγεῖ ἡ Κακία;
Στή διαφθορά, τή φθορά, τήν ἀδικία,
στήν ἄβυσσο, στή αἰώνια Ὀδύνη.
Καιρός νά λυτρωθοῦμ’ ἀπ’ τή φθορά
στή Βηθλεέμ νά στρέψουμε τό βλέμμα
καί σταθερά νά φέρουμε πρός τά ἐκεῖ
τό βῆμα κι’ ὁλόψυχα νά προσκυνήσουμε
τόν Σαρκωθέντα καί Λυτρωτήν,
τόν Κύριον τῆς Δόξης.